/Η μη αποκατάσταση της γέφυρας έχει ως αποτέλεσμα την ταλαιπωρία επαγγελματιών, μαθητών, κατοίκων και επισκεπτών που αναγκάζονται να κάνουν έως και πενταπλάσια χιλιόμετρα
Του Αποστόλη Ζώη
«Δικαιολογημένη αγανάκτηση προκαλεί στους κατοίκους της Διάβας Καλαμπάκας και όχι μόνο, το απαράδεκτο γεγονός, ότι 14 μήνες μετά τις καταστροφικές πλημμύρες που έπληξαν την Θεσσαλία, κυβέρνηση και περιφέρεια Θεσσαλίας, δεν έχουν κάνει τίποτα για την αποκατάσταση της κατεστραμμένης γέφυρας επί του Πηνειού, που ενώνει την Διάβα με την Καλαμπάκα». Αυτά μεταξύ άλλων τονίζει σε σχετική ανακοίνωση «Λαϊκή Συσπείρωση» Θεσσαλίας.
Έχει ως αποτέλεσμα
Αυτή η παραπάνω εξέλιξη, τονίζεται στην ίδια ανακοίνωση, έχει ως αποτέλεσμα την ταλαιπωρία επαγγελματιών, μαθητών, κατοίκων και επισκεπτών που αναγκάζονται να κάνουν έως και πενταπλάσια χιλιόμετρα για προσεγγίσουν την Καλαμπάκα και αντιστρόφως, επιβαρύνοντας σημαντικά οικονομικά και διατρέχοντας περισσότερους κινδύνους στην επικίνδυνη διαδρομή που κάνουν.
Ταυτόχρονα ούτε ο δήμος έχει αποκαταστήσει οριστικά τον αγωγό που μεταφέρει τα λύματα του χωριού Διάβα στον βιολογικό της Καλαμπάκας, ο οποίος ήταν τοποθετημένος στην γέφυρα που χάλασε, σημειώνεται επίσης. Για να καταλήξει τονίζοντας πως η «Λαϊκή Συσπείρωση» Θεσσαλίας, αξιώνει από την κυβέρνηση και την περιφερειακή αρχή, να αφήσουν τα ανέξοδα λόγια και να προχωρήσουν σε συνεργασία στην αποκατάσταση της γέφυρας για την σύνδεση Διάβας με την Καλαμπάκα και με τον δήμο για την οριστική αποκατάσταση του αγωγού μεταφοράς των λυμάτων, όπως απαιτούν οι κάτοικοι της Διάβας και γειτονικών χωριών.
Όχι στις ανεμογεννήτριες…
Η «Λαϊκή Συσπείρωση» Θεσσαλίας, εκφράζει επίσης την αντίθεση της στην εγκατάσταση 25 νέων γιγάντιων ανεμογεννητριών επιχειρηματικών ομίλων, συνολικής ισχύος 105 MW, σε 4 θέσεις στον ορεινό όγκο των Δήμων Αργιθέας Καρδίτσας και Πύλης Τρικάλων και των συνοδών έργων τους και καλεί τους κατοίκους και τους μαζικούς φορείς να αντιδράσουν.
Η προώθηση εγκατάστασης των νέων αυτών ανεμογεννητριών στον ορεινό όγκο των Δήμων Αργιθέας και Πύλης, όπως και σε άλλα βουνά της Θεσσαλίας, δεν γίνεται στο πλαίσιο μιας ισόρροπης ανάπτυξης για την ικανοποίηση των ενεργειακών αναγκών του λαού, αλλά των επιχειρηματικών ομίλων, που σκοπό έχουν το κέρδος, θυσιάζοντας γι’ αυτό και το φυσικό περιβάλλον.
Πρόκειται για την υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής της Ε.Ε και των αστικών κυβερνήσεων (Ν.Δ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ) για απελευθέρωση και ιδιωτικοποίηση της ενέργειας, μέσω της στρατηγικής για την “πράσινη ανάπτυξη”, δηλαδή την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από επιχειρηματικούς ομίλους μέσω ΑΠΕ, στοχεύοντας έτσι να βρουν επενδυτική διέξοδο τα συσσωρευμένα κεφάλαια των μονοπωλίων, τα οποία συμπληρώνονται και με κρατικό χρήμα μέσω επιδοτήσεων ή του «πράσινου ταμείου», επιδιώκοντας την αύξηση των κερδών τους.