Ο Βασίλης Παλαιοκώστας δεν χρειάζεται συστάσεις, είναι γνωστός ότι μόνο στα Τρίκαλα, αλλά θα λέγαμε σε ολόκληρη την χώρα, αλλά και εκτός συνόρων. Μάλιστα ήρθε και η στιγμή να τον γνωρίσουμε και ως… συγγραφέα!
Το απόγευμα της Δευτέρας, στην αίθουσα του κινηματογράφου Τριανόν ξετυλίχθηκε μια διαφορετική αφήγηση, που παρόλο που θυμίζει έντονα αστυνομική ταινία, εντούτοις πήγαζε από ένα σύγγραμμα. Ο λόγος για το βιβλίο «Αναζητώντας μια φυσιολογική ζωή» από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων, το οποίο έγραψε ο Βασίλης Παλαιοκώστας, ένας από τους πιο διαβόητους καταζητούμενους στα ευρωπαϊκά χρονικά.
Ο συγγραφέας όπως ήταν αναμενόμενο δεν έδωσε το παρόν στην παρουσίαση του βιβλίου του (σ.σ.: είναι επικηρυγμένος με το ποσό του ενός εκατ. ευρώ από την Europol), ωστόσο στην αίθουσα του Τριανόν η “παρουσία” του ήταν έντονα αισθητή: Τόσο μέσα από τις αναγνώσεις αποσπασμάτων του βιβλίου και της απολογίας του στο δικαστήριο, τα οποία αποκαλύπτουν εν μέρει την κοσμοθεωρία του, όσο και από την εξιστόρηση των συναντήσεων που είχαν μαζί του η δικηγόρος του, Βίκυ Αγγελίδου, και ο εκδότης Πολύκαρπος Γεωργιάδης.
Η παρουσίαση ξεκίνησε με ένα μικρό ηλεκτροκίνητο ελικόπτερο που πέταξε στην αίθουσα, μια μικρή υπενθύμιση της κινηματογραφικής απόδρασης του Παλαιοκώστα από τις φυλακές Κορυδαλλού. Όπως αποκάλυψε η κα. Αγγελίδου, μια μέρα που επέστρεφε στο γραφείο της στη Θεσσαλονίκη βρήκε έναν φάκελο. Σε αυτόν υπήρχε ένα στικάκι με το βιβλίο του Β. Παλαιοκώστα και μια επιστολή. Η δικηγόρος αποφάσισε να απευθυνθεί σε εκδοτικούς οίκους και κατάφερε «μετά από πολλές απορρίψεις» να βρει ανταπόκριση από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων. Το βιβλίο εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2019 και έγινε best-seller (παρόλο που δεν αναφέρεται σε επίσημες σχετικές λίστες…). Από τα συνολικά 11.000 αντίτυπα που έχουν τυπωθεί μέχρι στιγμής, πωλήθηκαν τα 9.000. Καταμετρά ήδη την τέταρτη έκδοσή του.
«Ανέλαβα την υπεράσπισή του στη δίκη που έγινε για την πρώτη απόδρασή του. Μέσα από τις συναντήσεις μας τον γνώρισα σαν άνθρωπο, όχι σαν πελάτη. Μου ξεκαθάρισε ότι μπορώ στην υπερασπιστική γραμμή να κινηθώ όπως θέλω, αν και ήταν σίγουρος ότι δεν θα ίσχυε το τεκμήριο αθωότητας. Με προετοίμαζε να μην απογοητευτώ εάν του επιβαλλόταν η πιο βαριά ποινή» δήλωσε η κα. Αγγελίδου.
«Τον γνώρισα στις φυλακές το 2004. Με την πρώτη επαφή καταφέρνει να σε εντυπωσιάσει. Είχε διαύγεια πνεύματος και λεπτό χιούμορ. Θυμάμαι στο κελί του είχε μια μικρή βιβλιοθήκη, πλούσιο έργο παρόλο που ήταν λίγα τα βιβλία: Είχε Χομπσμπάουμ, Δερμεντζόπουλο, Δαμιανάκο, Νίτσε, Ντοστογιέφσκι, το “Αντιεξουσιαστές και ληστές στα βουνά της Ελλάδας’ του Κάσση…» εξιστόρησε ο κ. Γεωργιάδης.
Προσπαθώντας να απαντήσει στο ερώτημα ποιος είναι ο Βασίλης Παλαιοκώστας, ο κ. Γεωργιάδης απάντησε ότι είναι μια παραγνωρισμένη μορφή, «ένας άνομος αλλά όχι παράνομος. Οι παράνομοι λειτουργούν παράλληλα με τον νόμο, ενώ ο Παλαιοκώστας δεν συμφωνεί με τον νόμο των πλουσίων και των δυνατών».
Στην ανάλυσή της για το κείμενο του Παλαιοκώστα, η ιστορικός Άννα Καρακατσούλη τόνισε ότι θυμίζει ληστρικό μυθιστόρημα του 19ου αιώνα αλλά αν πρέπει να ενταχθεί σε κατηγορία θα το κατέτασσε στις μαρτυρίες. Δεν είναι αυτοβιογραφία, δεδομένου όπως είπε η κα. Καρακατσούλη ότι λείπουν σημαντικά στοιχεία για τη ζωή του πριν τα 22 του χρόνια, ούτε απολογία γιατί δεν δείχνει να τον ενδιαφέρει κάτι τέτοιο. «Είναι ένα βιβλίο γραμμένο πρωτίστως για τους ανθρώπους της αντίδρασης και της δράσης. Μια πολύ ενδιαφέρουσα κατάθεση και ευκαιρία να μιλήσει για τη δράση του με τα δικά του επιχειρήματα.»
Το βιβλίο
Στις 600 σελίδες του βιβλίου του «Μία φυσιολογική Ζωή», ο Παλαιοκώστας περιγράφει τη ζωή και την δράση του, μεταξύ αυτών και την απόδρασή του από τις φυλακές Κορυδαλλού. «Από τις κατηγορίες που τον βαραίνουν αποδέχεται μόνο ότι λήστεψε τράπεζες, απέδρασε από φυλακές, τραυμάτισε αστυνομικούς και απήγαγε πλουσίους. Φαίνεται να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το ηθικό προφίλ του, καθώς τονίζει ότι ο κώδικάς του ήταν αντίθετος στην απώλεια ζωής ή στη ληστεία σπιτιών. Καταδικάζει απερίφραστα εγκλήματα όπως η εμπορία ναρκωτικών ή οι βιασμοί» αναφέρει η κ.α Καρακατσούλη.
«Ό,τι άλλο έχει να κάνει με ένοπλη ληστεία και κατηγορήθηκα, ήταν πλεκτάνες – χρώματα της ΕΛ.ΑΣ. Έως και τώρα, δεν έχω διαπράξει ποτέ ένοπλη ληστεία σε οποιοδήποτε οργανισμό πέρα από τράπεζες» γράφει στο βιβλίο του ο Παλαιοκώστας.
Όσον αφορά στην κινηματογραφική απόδρασή του από τις φυλακές Κορυδαλλού μαζί με τον έτερο καταδικασθέντα Αλκέτ Ριζάι, σημειώνει: «Περάσαμε μαζί την πόρτα και ο Αλκέτ την έκλεισε πίσω του. Έβγαλε από τη μέση την αλυσίδα, την πέρασε γύρω από τα κάγκελα και την κλείδωσε με λουκέτο. Ο υπάλληλος προαυλίου δεν το κούνησε ρούπι παρά καθόταν όπως όλοι οι κρατούμενοι και απολάμβανε το απρόσμενο θέαμα. Οι αισθήσεις μας βρίσκονταν σε ύψιστο συναγερμό. Η αδρεναλίνη έσπαγε κοντέρ. Αφήναμε πίσω μας το κτηριακό συγκρότημα του Κορυδαλλού, πετώντας προς τη γλυκιά ελευθερία».
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του αναφέρει:
«… Ξύπνησε πρώιμα τ’ αγρίμι μέσα μου. Θεωρώντας πως ήταν πολύ νωρίς ακόμη και οι συνθήκες δεν είχαν ωριμάσει για «πονηρά» σχέδια, το κράταγα με μεγάλη δυσκολία σε τεχνητή καταστολή κι εκείνο έδειχνε κατανόηση. Μα σαν ξύπναγε, σήκωνε τον κόσμο στο ποδάρι. Τα ουρλιαχτά του ήταν ο δικός του βασανιστικός λόγος που έλεγε όσα δεν μπορούν χίλιοι σοφοί. Μου τρυπούσε τα μελίγγια, με κυρίευε ολοκληρωτικά. Αδυνατούσα να το κρύψω. Ήταν ορατό σε κάθε μου κίνηση. Στο βάδισμά μου, στο βλέμμα μου, στο λόγο μου. Ζητούσε επιτακτικά, εδώ και τώρα, το δικαίωμά του στην ελευθερία κι άντε να το σωπάσω. Πώς να συγκρατηθεί η θέληση για ζωή; Τούτο το ζουλάπι δεν έλεγε να προσκυνήσει την αλυσίδα. Μου απαγόρευε να ζήσω και πολύ περισσότερο να αποδεχτώ ως φυσιολογική κατάσταση την αιχμαλωσία. Με κρατούσε σε συνεχή εγρήγορση, ψάχνοντας αδιάκοπα μια δίοδο διαφυγής. Να σκάψει, να κόψει κάγκελα, να βάλει φουρνέλο στα ντουβάρια, να φτιάξει μια σκάλα να ανεβεί στ’ άστρα, μέχρι να ανακαλύψει τη μεγάλη έξοδο. Να απαλλαγεί απ’ τον κυκλωτικό χορό των βρικολάκων που στήναν ολόγυρα τ’ ανθρώπινα βαμπίρ. Ώσπου να βρεθεί έξω εκεί, μακριά. Να ‘χει στα ποδάρια του τη φυλλωσιά του δάσους, στα πνευμόνια του τον καθάριο βουνίσιο άνεμο και να αφουγκράζεται τον αντίλαλο της φωνής του στην αστροφεγγιά.»
Ειδική ομάδα της Αντιτρομοκρατικής αναλύει τις πληροφορίες που δίνει το βιβλίο και επικεντρώνεται σε σημεία κλειδιά, σε μία προσπάθεια να εντοπίσει τον Βασίλη Παλαιοκώστα.