«Δεν κοιτάμε να βγάλουμε περισσότερα, κοιτάμε να χάσουμε, όσο το δυνατόν λιγότερα». Αυτό δήλωσε ο πρόεδρος του Συλλόγου Αγελαδοτρόφων Τρικάλων κ. Κώστας Ούτρας, θέλοντας να περιγράψει τη δεινή θέση, στην οποία βρίσκεται ο κλάδος.
Ο πρόεδρος των Τρικαλινών αγελαδοτρόφων τόνισε ότι ο κλάδος είναι σε απόγνωση, διότι τα συσσωρευμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν – κόστος παραγωγής, αύξηση του ρεύματος, χαμηλές τιμές κρέατος κ.ο.κ., κλυδωνίζουν τη βιωσιμότητα του κλάδου.
«Εάν, συνεχιστεί αυτή η κατάσταση πολλές μονάδες θα κλείσουν, αδυνατώντας να σηκώσουν το βάρος και το λειτουργικό κόστος» ανέφερε ο κ. Ούτρας, τονίζοντας με έμφαση : «Δεν κοιτάμε να βγάλουμε περισσότερα, κοιτάμε να χάσουμε, όσο το δυνατόν λιγότερα».
Την περασμένη εβδομάδα οι αγελαδοτρόφοι είχαν συνάντηση με την ηγεσία του ΥπΑΑΤ για τη συνδεδεμένη στα βοοειδή, αλλά και για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος.
Οι κτηνοτρόφοι αντιδρούν στα σχέδια που κατέθεσε το Υπουργείο στις Βρυξέλλες για τις συνδεδεμένες ενισχύσεις στην ΚΑΠ 2023-2027, οι οποίες όπως υποστηρίζουν δεν πρόκειται να βοηθήσουν τον κλάδο αλλά θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερη συρρίκνωση των κοπαδιών της χώρας μας.
«Και όλα αυτά στον κλάδο της αγελαδοτροφίας, όταν στο γάλα και στο κρέας είμαστε ελλειματικοί και αναγκαζόμαστε να εισάγουμε κάθε χρόνο μεγάλες ποσότητες, πριμοδοτώντας τις οικονομίες των άλλων χωρών» ανέφερε ο κ. Ούτρας
Και τόνισε ότι «το βόειο κρέας είναι το δεύτερο σε αξία εισαγωγών αγροδιατροφικό προϊόν της χώρας».
Εντονη ελλειμματικότητα
Εν τω μεταξύ, σε επιστολή του ΣΕΚ (Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας) σημειώνεται ότι «έντονη ελλειμματικότητα σε βόειο και μοσχαρίσιο κρέας που σήμερα ανέρχεται σε 80% περίπου με τάσεις αύξησης, μείωση ζωικού κεφαλαίου και αριθμού εκμεταλλεύσεων βοοειδών ελευθέρας κρεοπαραγωγής, αυξημένες εισαγωγές, ζώντων ζώων και κρέατος που βαρύνουν το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Συρρίκνωση της γαλακτοπαραγωγικής αγελαδοτροφίας σε αριθμό μονάδων και σε αριθμό ζώων. Η παραγωγή αγελαδινού γάλακτος, σήμερα βρίσκεται στους 650.000 τόνους περίπου, ενώ οι ανάγκες της χώρας μας σε γάλα και τυροκομικά είναι 1.350.000 τόνοι».
Και προσθέτει: «Η χορήγηση της συνδεδεμένης ενίσχυσης βοείου κρέατος την προγραμματική περίοδο 2014-2020 δεν οδήγησε στη στόχευση για αύξηση της εγχώριας παραγωγής βόειου κρέατος. Αντίθετα, την περίοδο 2015-2019, με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το έλλειμμα σε νωπό βόειο κρέας αυξάνεται. Η αναποτελεσματικότητα της εφαρμογής της συνδεδεμένης του βοείου κρέατος, προγραμματική περίοδο 2014-2020 οφείλεται στη λανθασμένη εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου πολιτικής, που αφορούσε απλώς τις γεννήσεις ζώων, αφού επιλέξιμοι για την ενίσχυση της συνδεδεμένης είναι μέχρι τώρα θηλυκά βοοειδή από την ηλικία των 18 μηνών έως 12 ετών με την προϋπόθεση να έχουν γεννήσει, και τα νεογέννητα μοσχάρια να έχουν καταγραφεί και σημανθεί ενώ δεν υπήρχε καμία σύνδεση της καταβολής της ενίσχυσης με την παραγωγή κρέατος».