«Το κλείσιμο επιχειρήσεων με κρατική εντολή για πρώτη φορά τον Μάρτιο του 2020 και για δεύτερη φορά τον Νοέμβριο του 2020, σε πανελλαδική κλίμακα, δημιούργησε ένα πρωτόγνωρο δυϊσμό στην ελληνική οικονομία». Αυτό υπογραμμίζεται, μεταξύ άλλων από την ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ με θέμα ” Ο αντίκτυπος της πανδημίας στις επιχειρήσεις” που πραγματοποιήθηκε εφέτος για τρίτη χρονιά.
Τα ευρήματα της έρευνας είναι άκρως ενδιαφέροντα και σημαντικά, διότι αποτυπώνουν την κατάσταση που βιώνουν οι επιχειρήσεις, εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού.
Εξετάζοντας τη δημογραφία των επιχειρήσεων, οι εγγραφές νέων επιχειρήσεων (ενάρξεις λειτουργίας) για το σύνολο της οικονομίας το 2ο τρίμηνο του 2021 ανήλθαν σε 26.370, παρουσιάζοντας αύξηση 71% σε σχέση με το 2ο τρίμηνο του 2020.
Όσον αφορά στην απασχόληση, φαίνεται ότι τα σχετικά μέτρα στήριξης εκπλήρωσαν το σκοπό τους, δηλαδή τη συγκράτησή της, αλλά η κινητικότητα και η ευελιξία που χαρακτηρίζουν τα τελευταία χρόνια την αγορά εργασίας επανέρχονται στα προ πανδημίας επίπεδα, καθώς η οικονομία επιστρέφει σε πιο ομαλές συνθήκες λειτουργίας.
Ωστόσο, η πανδημική κρίση φαίνεται πως προκάλεσε μια δομική αλλαγή στην αγορά εργασίας με την καθιέρωση της τηλεργασίας σε ένα σημαντικό ποσοστό μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.
Μεταξύ των αλλαγών που σημειώθηκαν σε κλαδικό επίπεδο στην ελληνική οικονομία, στη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας, ιδιαίτερης σημασίας είναι η διχοτόμηση που επήλθε μεταξύ εκείνων των επιχειρήσεων που έκλεισαν με κρατική εντολή, αρχής γενομένης τον Μάρτιο του 2020, και όσων δεν έκλεισαν καθόλου, επειδή οι συναλλαγές τους δεν προϋπέθεταν κοινωνική επαφή ή έστω εγγύτητα, π.χ. γεωργία, μεταποίηση, κατασκευές, κ.ά.
Επίσης, από τον Μάρτιο του 2020 προστέθηκε μία ακόμη διάσταση, που διαίρεσε τις ελληνικές επιχειρήσεις: η κοινωνική επαφή.
Με βάση επίσημα στοιχεία, σε ένα σύνολο 1.419.855 επιχειρήσεων (ή πιο κοντά στην πραγματικότητα, 870.494 επιχειρήσεων, όσες είναι δηλαδή οι επιχειρήσεις, αν εξαιρέσουμε εκείνες του πρωτογενούς τομέα), 210.217 επιχειρήσεις ή 14,8% του συνόλου τέθηκαν σε αναστολή λειτουργίας τον Μάρτιο του 2020.
Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους τέθηκαν σε αναστολή λειτουργίας 188.985 επιχειρήσεις ή 13,3% του συνόλου (ΕΛΣΤΑΤ, 2021α). Αλλά ακόμη και μεταξύ των τομέων και των επιχειρήσεων που επιβλήθηκε αναγκαστικό κλείσιμο, τα βάρη δεν κατανεμήθηκαν ομοιόμορφα. Σε 188.985 επιχειρήσεις που έκλεισαν τον Νοέμβριο του 2020, ο τομέας με την υψηλότερη συμμετοχή αποδείχθηκε το χονδρικό και λιανικό εμπόριο».
Ωστόσο, η πανδημική κρίση φαίνεται πως προκάλεσε μια δομική αλλαγή στην αγορά εργασίας με την καθιέρωση της τηλεργασίας σε ένα σημαντικό ποσοστό μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.
Τα στοιχεία της έρευνας του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ
Σχετικά με τα χρηματοοικονομικά στοιχεία, η πανδημική κρίση βρήκε ένα σημαντικό μέρος των ΜμΕ ήδη υπερχρεωμένο. Τα μέτρα που ελήφθησαν συνέβαλαν στη συγκράτηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων στα προ πανδημίας επίπεδα. Ωστόσο, φαίνεται ότι από τα μέτρα δεν ωφελήθηκαν οι υπερχρεωμένες ΜμΕ, ενώ παρατηρήθηκε και μια αύξηση του αριθμού αυτών.
Συνεπώς, οι οφειλές των ΜμΕ παραμένουν ένα σημαντικό πρόβλημα για τη βιωσιμότητά τους, καθώς οι προσπάθειες διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους που είχαν υλοποιηθεί πριν την εκδήλωση της πανδημικής κρίσης δεν είχαν οδηγήσει σε ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Ειδικότερα:
- Η ελληνική οικονομία μετά από μία σύντομη πορεία ισχνής ανάκαμψης ξαναμπήκε σε έντονη ύφεση το 2020 η οποία ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη στην ΕΕ μετά της Ισπανίας.
- Η ύφεση κορυφώθηκε στο 2ο τρίμηνο του 2020 μετά το κλείσιμο της εστίασης και του λιανεμπορίου και συνεχίστηκε σε υψηλά επίπεδα λόγω της απώλειας εθνικού εισοδήματος από τον τουρισμό.
- Οι καταναλωτικές δαπάνες ήταν η συνιστώσα του ΑΕΠ που επλήγη περισσότερο σημειώνοντας μείωση κατά 6,37%
- Οι καθαρές επενδύσεις που αναδείχθηκαν ως ο μεγάλος ασθενής κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης συνέχισαν για δέκατο συνεχόμενο χρόνο να κυμαίνονται σε αρνητικό πρόσημο. Η επανέναρξη της κατασκευαστικής δραστηριότητας την τελευταία τριετία συγκρατεί την οικονομία από ακόμα μεγαλύτερη αποεπένδυση.
- Η ανεργία το 2020 στην Ελλάδα ανήλθε στο 16,3% συνεχίζοντας την πορεία αποκλιμάκωσης της, εν τούτοις, η Ελλάδα σήμερα είναι η χώρα με την υψηλότερη ανεργία στην ΕΕ. Το ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών, μετά από μία σύντομη πορεία ισοσκελισμού σημείωσε σημαντική επιδείνωση λόγω της απώλειας εθνικού εισοδήματος από τον τουρισμό.
- Η αύξηση των ρευστών καταθέσεων συνεχίστηκε εντονότερα μέσα στο 2020. Εντούτοις παρατηρείται μία συστηματική μείωση των μακροπρόθεσμων καταθέσεων, κυρίως ως αποτέλεσμα των μηδενικών επιτοκίων που προωθεί η ΕΚΤ τα τελευταία χρόνια.
- Η αύξηση της χρηματοδότησης το 2020 οφείλεται καθαρά στο γεγονός ότι τα μέτρα στήριξης πέρασαν μέσα από το τραπεζικό σύστημα. Η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων εξακολουθεί να είναι κορυφαίο πρόβλημα ειδικά για τις μικρές επιχειρήσεις καθώς η πιστωτική επέκταση των τελευταίων ετών παραμένει αρνητική.
- Συγκρίνοντας το 2019 με το 2021, στη βάση όσων στοιχείων υπάρχουν διαθέσιμα μέχρι τώρα για το 2021, ο κανόνας θέλει το 2021 να είναι καλύτερο από το 2020 αλλά χειρότερο από το 2019.
- Υπάρχουν ωστόσο δύο εξαιρέσεις. Πρώτον, κλάδοι που τα πήγαν καλύτερα και από το 2019 και από το 2020, όπως το εμπόριο και δεύτερο, κλάδοι που τα πήγαν χειρότερα και από το 2019 και από το 2020, όπως η ακίνητη περιουσία και η διασκέδαση.